Vahejuhtum στα ελληνικά

Μετάφραση: vahejuhtum, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστατικό, επεισόδιο, συμβάν, συμβάντος, περιστατικού
Vahejuhtum στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absorbtsioon στα ελληνικά - απορρόφηση, απορρόφησης, Η απορρόφηση, απορρόφηση Η, την απορρόφηση
  • antropoloogia στα ελληνικά - ανθρωπολογία, Ανθρωπολογίας, την ανθρωπολογία, της ανθρωπολογίας, Ανθρωπολογικού
  • istmepadi στα ελληνικά - μαξιλάρι, μαξιλαριού, μαξιλαράκι, μαξιλάρι του, μαξιλαριού του
  • kari στα ελληνικά - διπλώνω, λικνίζω, πτυχή, ροκ, πέτρα, συρρέω, κουνώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Vahejuhtum στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστατικό, επεισόδιο, συμβάν, συμβάντος, περιστατικού