Vai στα ελληνικά
Μετάφραση: vai, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στοιβάζω, παλούκι, σωρός, πάσσαλος, στοίβα, στοιβάδα, σωρό, σωρού, πέλος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- indeks στα ελληνικά - ευρετήριο, δείκτης, δείκτη, ευρετηρίου, του δείκτη
- kodifitseerimine στα ελληνικά - κωδικοποίηση, Η κωδικοποίηση, Κωδικοποίησης, την κωδικοποίηση, της κωδικοποίησης
- midagi στα ελληνικά - κάτι, κάτι που, κάτι το, κάτι για
- nurgaplekk στα ελληνικά - γωνία, γωνίας, οπτική γωνία, τη γωνία
Τυχαίες λέξεις
Vai στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στοιβάζω, παλούκι, σωρός, πάσσαλος, στοίβα, στοιβάδα, σωρό, σωρού, πέλος
Μεταφράσεις: στοιβάζω, παλούκι, σωρός, πάσσαλος, στοίβα, στοιβάδα, σωρό, σωρού, πέλος