Vaikne στα ελληνικά
Μετάφραση: vaikne, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήσυχος, σιωπηλός, λαγαρός, ησυχασμός, ήσυχα, ησυχία, ήσυχη, ήσυχο, ήσυχες
Μεταφράσεις
- graveerimine στα ελληνικά - χαρακτική, Χαρακτικής, Χάραξη, Εργαστήρια Χαρακτικής, χάραξης
- kohtuprotsess στα ελληνικά - δοκιμασία, δίκη, δοκιμή, δίκης, δοκιμής, δοκιμαστική
- lesbiline στα ελληνικά - λεσβία, λεσβίες, λεσβιών, λεσβιακό, λεσβιακά
Τυχαίες λέξεις
Vaikne στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήσυχος, σιωπηλός, λαγαρός, ησυχασμός, ήσυχα, ησυχία, ήσυχη, ήσυχο, ήσυχες
Μεταφράσεις: ήσυχος, σιωπηλός, λαγαρός, ησυχασμός, ήσυχα, ησυχία, ήσυχη, ήσυχο, ήσυχες