Valimised στα ελληνικά
Μετάφραση: valimised, Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
εσθονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκλογές, αναγόρευση, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- hunt στα ελληνικά - λύκος, Wolf, λύκου, λύκο, λύκων
- kamm στα ελληνικά - χτενίζω, χτένα, χτένας, χτένι, κηρήθρας, κτένας
- kodarluu στα ελληνικά - ακτίνα, ακτίνας, η ακτίνα, την ακτίνα
- lauskmaa στα ελληνικά - πεδινός, Πεδινή, Lowland, πεδινών, Πεδινό
Τυχαίες λέξεις
Valimised στα ελληνικά - Λεξικό: εσθονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκλογές, αναγόρευση, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική
Μεταφράσεις: εκλογές, αναγόρευση, εκλογή, εκλογών, εκλογής, εκλογική