Örlæti στα ελληνικά
Μετάφραση: örlæti, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία, τη γενναιοδωρία, γενναιοδωρίας, η γενναιοδωρία, την γενναιοδωρία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ör στα ελληνικά - βέλος, arrow, βέλος Η, βέλους, το βέλος
- örlátur στα ελληνικά - ανοιχτοχέρης, γενναιόδωρος, γενναιόδωρη, γενναιόδωρο, πλούσιο, γενναιόδωρες
- örtröð στα ελληνικά - συναθροίζομαι, συρρέω, πλήθος
- öruggur στα ελληνικά - σίγουρος, ασφαλής, χρηματοκιβώτιο, ασφαλή, ασφαλές, ασφαλείς
Τυχαίες λέξεις
Örlæti στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία, τη γενναιοδωρία, γενναιοδωρίας, η γενναιοδωρία, την γενναιοδωρία
Μεταφράσεις: μεγαλοψυχία, γενναιοδωρία, τη γενναιοδωρία, γενναιοδωρίας, η γενναιοδωρία, την γενναιοδωρία