Renta στα ελληνικά

Μετάφραση: renta, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδιαφέρον, επιτόκιο, τόκος, RENTA
Renta στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rekstur στα ελληνικά - διοίκηση, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
  • renna στα ελληνικά - τσουλήθρα, ολίσθηση, διαφάνεια, slide, διαφανειών
  • reykur στα ελληνικά - καπνίζω, καπνοί, καπνός, καπνού, καπνό, καπνιστών τροφίμων, αιθάλης
  • reyna στα ελληνικά - προσπάθεια, δοκιμάζω, απόπειρα, εκδικάζω, προσπαθώ, προσπαθώντας, προσπαθούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Renta στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδιαφέρον, επιτόκιο, τόκος, RENTA