Til στα ελληνικά

Μετάφραση: til, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προς, σε, να, για, με
Til στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • tengsl στα ελληνικά - σύνδεση, ανταπόκριση, σχέση, σχέσης, σχέσεις, σχέσεων, τη σχέση
  • textafræði στα ελληνικά - φιλολογία, Φιλολογίας, philology, φιλολογικά, τη φιλολογία
  • tilbeiðsla στα ελληνικά - λατρεύω, λατρεία, λατρείας, τη λατρεία, η λατρεία, της λατρείας
  • tilboð στα ελληνικά - προσφέρω, προσφορά, Προσφορές, αγγελίες, τις προσφορές, αγγελίες για, προσφορών
Τυχαίες λέξεις
Til στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προς, σε, να, για, με