Viðgerð στα ελληνικά

Μετάφραση: viðgerð, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επισκευάζω, ανακαίνιση, επισκευή, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης
Viðgerð στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • viðburðaríkur στα ελληνικά - γεμάτη, περιπετειώδη, πολυτάραχη, κουραστική, γεμάτη δραστηριότητες
  • viðbót στα ελληνικά - πρόσθεση, Επιπλέον, προσθήκη, Εκτός, προσθήκης
  • viðhafa στα ελληνικά - διατηρούν, διατηρήσουν, να διατηρήσει, διατηρήσει, διατηρηθεί
  • viðhöfn στα ελληνικά - τελετή, εθιμοτυπία, τελετής, τελετή απονομής, εκδήλωση, τελετή που
Τυχαίες λέξεις
Viðgerð στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επισκευάζω, ανακαίνιση, επισκευή, επισκευής, την επισκευή, επιδιόρθωση, επιδιόρθωσης