Vinnumaður στα ελληνικά
Μετάφραση: vinnumaður, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vingjarnlegur στα ελληνικά - φιλικός, φιλικό προς, φιλική προς, φιλικό προς το, φιλική προς το
- vinna στα ελληνικά - εργασία, εργάζομαι, δουλειά, κερδίζω, δουλεύω, νικώ, εργασίας, ...
- vinnustofa στα ελληνικά - συνεργείο, εργαστήριο, εργαστηρίου, εργαστήρι, συνεργείου
- vinstri στα ελληνικά - αριστερός, άφησα, έφυγα, αριστερά, άφησε, αριστερό, αφήνεται, ...
Τυχαίες λέξεις
Vinnumaður στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
Μεταφράσεις: εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων