Λέξη: εγκυμοσύνη

Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη

εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη σκύλου, εγκυμοσύνη και κιλά, εγκυμοσύνη και πονοκέφαλος, εγκυμοσύνη και διατροφή, εγκυμοσύνη γάτας, εγκυμοσυνη, συμπτώματα εγκυμοσύνη, εγκυμοσύνη και περίοδος, συμπτώματα εγκυμοσύνης, εγκυμοσύνη ανά εβδομάδα, εγκυμοσύνη ανα εβδομαδα, πόνοι περιόδου εγκυμοσύνη

Συνώνυμα: εγκυμοσύνη

κυοφορία, πληρότης, πληρότητα, σπουδαιότητα

Μεταφράσεις: εγκυμοσύνη

εγκυμοσύνη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
pregnancy, pregnant, pregnancies, pregnancy is

εγκυμοσύνη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
preñez, embarazo, el embarazo, del embarazo, de embarazo, gestación

εγκυμοσύνη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schwangerschaft, Schwangerschaft, der Schwangerschaft, Schwangerschafts, Schwangerschaft zu, eine Schwangerschaft

εγκυμοσύνη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
grossesse, gestation, la grossesse, une grossesse, grossesses, de grossesse

εγκυμοσύνη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
gravidanza, la gravidanza, di gravidanza, della gravidanza

εγκυμοσύνη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
gravidez, a gravidez, gestação, da gravidez, a gestação

εγκυμοσύνη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zwangerschap, de zwangerschap, zwanger, zwangerschap te

εγκυμοσύνη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
беременность, содержательность, богатство, беременности, стельности, на беременность, стельность

εγκυμοσύνη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
svangerskap, graviditet, svangerskapet, graviditeten, graviditets

εγκυμοσύνη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
graviditet, graviditeten, graviditets, pregnancy, havandeskap

εγκυμοσύνη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
raskaus, raskauden, raskauteen, raskauden aikana, raskautta

εγκυμοσύνη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
graviditet, graviditeten, drægtighed, med graviditet

εγκυμοσύνη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
těhotenství, otěhotnění, těhotenský, těhotenstvý, těhotenstvím

εγκυμοσύνη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ciąża, brzemienność, ciąży, ciążę, Pregnancy, ciążowy

εγκυμοσύνη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tartalmasság, terhesség, a terhesség, terhességi, terhességet, terhességgel

εγκυμοσύνη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
gebelik, hamilelik, gebeliğin, gebeliğe, hamile

εγκυμοσύνη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вагітність, вагітності

εγκυμοσύνη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
shtatzënia, shtatzënësi, shtatzënisë, shtatzania, shtatzëni

εγκυμοσύνη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бременност, бременността, на бременност, на бременността

εγκυμοσύνη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цяжарнасць, беременность, цяжарнасьць

εγκυμοσύνη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rasedus, raseduse, raseduse ajal, rasedust, rasedusele

εγκυμοσύνη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
bogatstvo, značajnost, trudnoća, trudnoće, trudnoću, trudnoći, na trudnoću

εγκυμοσύνη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
meðganga, þungun, meðgöngu, þungun á, Meðganga Ekki

εγκυμοσύνη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nėštumas, nėštumo, nėštumą, laikotarpis Nėštumas, nėštumu

εγκυμοσύνη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
grūtniecība, grūtniecības, grūtniecību, periods Grūtniecība

εγκυμοσύνη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бременост, бременоста, на бременоста, на бременост

εγκυμοσύνη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
graviditate, sarcină, sarcinii, sarcina, timpul sarcinii

εγκυμοσύνη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nosečnost, nosečnosti, nosečnostjo, Nosecnost, zanosi

εγκυμοσύνη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tehotenstvo, tehotenstva, tehotenstve, gravidity, gravidita

Στατιστικά δημοτικότητας: εγκυμοσύνη

Τυχαίες λέξεις