Acedo στα ελληνικά

Μετάφραση: acedo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οξύς, ξινός, οξύ, έχω, Ι, θα, εγώ, I
Acedo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acecho στα ελληνικά - καρτέρι, ενέδρα, παγίδα, παγιδεύω, ενέδρας, ενέδρες
  • acecinar στα ελληνικά - θεραπεύω, αλατίζω, καπνίζω, παστώνω
  • aceitar στα ελληνικά - λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου
  • aceitera στα ελληνικά - λαδερά
Τυχαίες λέξεις
Acedo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οξύς, ξινός, οξύ, έχω, Ι, θα, εγώ, I