Acortar στα ελληνικά
Μετάφραση: acortar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντομεύω, μικραίνω, κονταίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
Μεταφράσεις
- acordeón στα ελληνικά - ακορντεόν, ακκορντεόν, το ακορντεόν, ακκορντέον
- acortamiento στα ελληνικά - συντόμευση, βράχυνση, σύντμηση, βράχυνσης, μαγειρικού λίπους
- acosar στα ελληνικά - επιδιώκω, κυνηγώ, σκύλος, ασκώ, καταδιώκω, παρενοχλώ, παγανίζω, ...
- acostar στα ελληνικά - στρώνω, ξαπλώνω, κοσμικός, καθορίζουν, θεσπίζουν, να ορίσει, ορίσει, ...
Τυχαίες λέξεις
Acortar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντομεύω, μικραίνω, κονταίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
Μεταφράσεις: συντομεύω, μικραίνω, κονταίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί