Adinerado στα ελληνικά

Μετάφραση: adinerado, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύπορος, ευκατάστατος, πλούσιος, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων
Adinerado στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adiestramiento στα ελληνικά - προπονούμενος, προπόνηση, εκπαίδευση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
  • adiestrar στα ελληνικά - τιθασεύω, εκπαιδεύω, αμαξοστοιχία, διδάσκω, τρένο, τραίνο, σταθμό, ...
  • adivinación στα ελληνικά - πρόβλεψη, πρόρρηση, μαντική, μαντεία
  • adivinanza στα ελληνικά - κοσκινίζω, γρίφος, αίνιγμα, μυστήριο, Riddle, Γρίφος, γρίφο, ...
Τυχαίες λέξεις
Adinerado στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύπορος, ευκατάστατος, πλούσιος, πλούσιες, πλούσιους, πλούσιοι, πλούσιων