Atribuir στα ελληνικά
Μετάφραση: atribuir, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιρρίπτω, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atrevido στα ελληνικά - τολμηρός, τολμηρή, τολμηρό, έντονους, τολμηρές
- atrevimiento στα ελληνικά - τόλμη, θράσος, την τόλμη, παρρησία, θάρρος, τόλμης
- atributo στα ελληνικά - σπίτι, περιουσία, αποδίδω, αφιέρωμα, κτήμα, ιδιότητα, σουσούμι, ...
- atrincherarse στα ελληνικά - σκάβουν, σκάψει, σκάψουν, σκάβουμε, σκάβετε
Τυχαίες λέξεις
Atribuir στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιρρίπτω, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα
Μεταφράσεις: επιρρίπτω, αποδίδω, Χαρακτηριστικό, ιδιότητα, τις ιδιότητες, χαρακτηριστικού, γνώρισμα