Austral στα ελληνικά

Μετάφραση: austral, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νότιος, μεσημβρινός, Austral, Αυστραλασίας
Austral στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • austeridad στα ελληνικά - λιτότητα, λιτότητας, λιτότητας που, αυστηρότητα
  • austero στα ελληνικά - αυστηρός, σκληρός, σέρτικος, ανελέητος, βλοσυρός, σοβαρός, πρύμνη, ...
  • autenticar στα ελληνικά - επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας
  • autenticidad στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
Τυχαίες λέξεις
Austral στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νότιος, μεσημβρινός, Austral, Αυστραλασίας