Canonizar στα ελληνικά

Μετάφραση: canonizar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγιοποιώ, καθιερώνω, να εκθειάσει, κανονισθεί, εκθειάσει, κατατάσσω μεταξύ των άγιων
Canonizar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • canonical στα ελληνικά - κανονικός, κανονική, κανονικό, κανονικές, κανονικών
  • canonización στα ελληνικά - αγιοποίηση, την αγιοποίηση, ανακήρυξη, αγιοποίησή, αγιοποιηθούν
  • canoso στα ελληνικά - γκρίζος, φαιός, σεβάσμιος, γηραιός, γκρίζο, υπόλευκος, πανάρχαιος
Τυχαίες λέξεις
Canonizar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγιοποιώ, καθιερώνω, να εκθειάσει, κανονισθεί, εκθειάσει, κατατάσσω μεταξύ των άγιων