Clave στα ελληνικά

Μετάφραση: clave, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
Clave στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • clausurar στα ελληνικά - κολλητός, πνιγηρός, κοντά, αποπνιχτικός, διακοπή λειτουργίας, κλείσει, κλείσουν, ...
  • clavar στα ελληνικά - καρφίτσα, ζαβολιάρης, καρφί, γόμφος, πρόκα, φενακίζω, κλέβω, ...
  • clavel στα ελληνικά - γαρίφαλο, γαρύφαλλο, γαρύφαλλου, γαρίφαλου, γαρυφάλλου
  • clavicordio στα ελληνικά - κλειδοκύμβαλο, τσέμπαλο, κλειδόχορδο, είδος παλαιού πιάνου
Τυχαίες λέξεις
Clave στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές