Desocupar στα ελληνικά
Μετάφραση: desocupar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδειάζω, εκκενώνω, εκκενώσει, εκκενώσουν, εγκαταλείψει, εγκαταλείψουν, παραχωρεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- desocupación στα ελληνικά - ανεργία, απραξία, αργία, απραξίας, τεμπελιά, η αδράνεια
- desocupado στα ελληνικά - άδειος, κενός, ακατοίκητες, κατειλημμένο, ακατοίκητα, κενές, μη κατειλημμένο
- desodorante στα ελληνικά - αποσμητικό, αποσμητικά, αποσμητικού, αποσμητική, αποσμητικές
- desolación στα ελληνικά - λύπη, θλίψη, οδύνη, ψυχρότητα, παγερότητα
Τυχαίες λέξεις
Desocupar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδειάζω, εκκενώνω, εκκενώσει, εκκενώσουν, εγκαταλείψει, εγκαταλείψουν, παραχωρεί
Μεταφράσεις: αδειάζω, εκκενώνω, εκκενώσει, εκκενώσουν, εγκαταλείψει, εγκαταλείψουν, παραχωρεί