Encoger στα ελληνικά
Μετάφραση: encoger, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συστέλλω, συρρικνώνομαι, μπαίνω, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης
Μεταφράσεις
- enclave στα ελληνικά - θύλακα, θύλακο, θύλακας, θύλακα του, περίκλειστο έδαφος
- enclenque στα ελληνικά - ασήμαντος, ισχνός, αδύνατος, φιλάσθενος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, ...
- encogerse στα ελληνικά - μπαίνω, συμβόλαιο, συστέλλομαι, προσβάλλομαι, συρρικνώνομαι, συστέλλω, συρρικνωθεί, ...
- encogido στα ελληνικά - δειλός, ντροπαλός, ζαρωμένος, συρρικνωμένο, συρρικνωμένη, shrunken, συρρικνωμένου
Τυχαίες λέξεις
Encoger στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συστέλλω, συρρικνώνομαι, μπαίνω, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης
Μεταφράσεις: συστέλλω, συρρικνώνομαι, μπαίνω, συρρικνωθεί, συρρικνώνονται, συρρικνώνεται, συρρίκνωση, συρρίκνωσης