Enflaquecer στα ελληνικά
Μετάφραση: enflaquecer, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- enfermizo στα ελληνικά - φιλάσθενος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο
- enfermo στα ελληνικά - άρρωστος, αδιάθετος, άρρωστο, άρρωστοι, άρρωστα, αναρρωτική
- enfocar στα ελληνικά - εστία, εστίαση, έμφαση, επίκεντρο, εστίασης
- enfrenar στα ελληνικά - χαλινώνω, φρένο, αναχαιτίζω, χαλινάρι, τροχοπεδώ, χαλιναγωγώ, φρενάρω, ...
Τυχαίες λέξεις
Enflaquecer στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι
Μεταφράσεις: αποδυναμώνω, αποδυναμώνομαι