Ignición στα ελληνικά
Μετάφραση: ignición, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάφλεξη, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Μεταφράσεις
- idóneo στα ελληνικά - πρόσφορος, βολικός, κατάλληλος, κατάλληλο, κατάλληλη, κατάλληλα, κατάλληλες
- iglesia στα ελληνικά - εκκλησία, εκκλησίας, ναός, ναού, ναό
- ignominia στα ελληνικά - δυσμένεια, ταπείνωση, κρίμα, όνειδος, ντροπή, ατιμία, ατίμωση, ...
- ignominioso στα ελληνικά - επαίσχυντος, επονείδιστος, αισχρός, άτιμος, ατιμωτικό, το ατιμωτικό, επονείδιστο
Τυχαίες λέξεις
Ignición στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάφλεξη, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης
Μεταφράσεις: ανάφλεξη, πυροδότηση, διακόπτης, μίζα, ανάφλεξης, ανάφλεξης με, αναφλέξεως, της ανάφλεξης