Indolente στα ελληνικά

Μετάφραση: indolente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νωθρός, ανώδυνος, ράθυμος, απαθής, μαλθακός, νωχελικός, βραδείας εξέλιξης, νωχελική, ανώδυνων, νωχελικοί
Indolente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • individuo στα ελληνικά - πρόσωπο, άτομο, άνθρωπος, επιμέρους, μεμονωμένων, ατομική, μεμονωμένες
  • indolencia στα ελληνικά - αδράνεια, νωθρότητα, απάθεια, ραθυμία, νωχέλεια, ραστώνη, τεμπελιά
  • indoloro στα ελληνικά - ανώδυνος, ανώδυνη, ανώδυνο, ανώδυνες, ανώδυνα
  • inducción στα ελληνικά - επαγωγή, εισαγωγή, επαγωγής, πρόκληση, διέγερση, την επαγωγή
Τυχαίες λέξεις
Indolente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νωθρός, ανώδυνος, ράθυμος, απαθής, μαλθακός, νωχελικός, βραδείας εξέλιξης, νωχελική, ανώδυνων, νωχελικοί