Innecesario στα ελληνικά
Μετάφραση: innecesario, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιττός, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inmutable στα ελληνικά - αμετάβλητος, αναλλοίωτος, αμετάβλητο, αμετάβλητη, αμετάβλητες, αμετάβλητοι
- inmóvil στα ελληνικά - ακίνητος, ακίνητο, ακίνητη, ακίνητοι, ακίνητα
- innovación στα ελληνικά - καινοτομία, εφεύρεση, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία
- innovador στα ελληνικά - αιχμή του δόρατος, αιχμή, κόψη, αιχμής, κοπτική ακμή
Τυχαίες λέξεις
Innecesario στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιττός, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
Μεταφράσεις: περιττός, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά