Innovación στα ελληνικά
Μετάφραση: innovación, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καινοτομία, εφεύρεση, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- inmóvil στα ελληνικά - ακίνητος, ακίνητο, ακίνητη, ακίνητοι, ακίνητα
- innecesario στα ελληνικά - περιττός, περιττή, περιττές, περιττό, περιττά
- innovador στα ελληνικά - αιχμή του δόρατος, αιχμή, κόψη, αιχμής, κοπτική ακμή
- inobediente στα ελληνικά - ανυπάκουος
Τυχαίες λέξεις
Innovación στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καινοτομία, εφεύρεση, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία
Μεταφράσεις: καινοτομία, εφεύρεση, καινοτομίας, την καινοτομία, της καινοτομίας, η καινοτομία