Lentamente στα ελληνικά

Μετάφραση: lentamente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σιγά, βραδύς, σιγά-, αργά, αργός, αργή, βραδεία, αργό
Lentamente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lenguaje στα ελληνικά - γλώσσα, γλώσσας, γλωσσών, τη γλώσσα, γλώσσες
  • lengüeta στα ελληνικά - γλώσσα, γλώσσας, τη γλώσσα, της γλώσσας, γλωττίδα
  • lente στα ελληνικά - φακός, φακού, φακό, φακών, του φακού
  • lenteja στα ελληνικά - φακή, φακής, φακές, lentil, τις φακές
Τυχαίες λέξεις
Lentamente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σιγά, βραδύς, σιγά-, αργά, αργός, αργή, βραδεία, αργό