Liso στα ελληνικά

Μετάφραση: liso, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λείος, διαμέρισμα, επίπεδο, επίπεδος, ροκάνι, πλάνη, ακόμα, στάθμη, ίσος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο
Liso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lisiado στα ελληνικά - κολοβώνω, ακρωτηριάσουν, ακρωτηριάσει, παραλύσει, να ακρωτηριάσουν
  • lisiar στα ελληνικά - χτυπώ, πονώ, τραυματίζω, πληγώνω, κολοβώνω, ακρωτηριάσουν, ακρωτηριάσει, ...
  • lisonja στα ελληνικά - γαλιφιά, κολακεία, κολακείας, κολακείες, την κολακεία, η κολακεία
  • lista στα ελληνικά - ράβδωση, κάρτα, λίστα, κατάλογος, κυλώ, ψωμάκι, κύλινδρος, ...
Τυχαίες λέξεις
Liso στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λείος, διαμέρισμα, επίπεδο, επίπεδος, ροκάνι, πλάνη, ακόμα, στάθμη, ίσος, ομαλή, λεία, ομαλής, λείο