Oficioso στα ελληνικά

Μετάφραση: oficioso, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξυπηρετικός, άτυπος, ανεπίσημος, άτυπη, άτυπης, άτυπες
Oficioso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • oficinista στα ελληνικά - υπάλληλος, υπάλληλο, γραμματέα, γραμματέας, υπαλλήλου
  • oficio στα ελληνικά - κατοχή, εμπόριο, επιτήδευμα, πόστο, δοκάρι, σταθμός, επάγγελμα, ...
  • ofrecer στα ελληνικά - προσφορά, παραδίνω, προσφέρω, παρών, δώρο, παρουσιάζω, δίνω, ...
  • ofrecimiento στα ελληνικά - μαλακός, προσπάθεια, προσφέρω, απόπειρα, τρυφερός, προσφορά, προσφέρει, ...
Τυχαίες λέξεις
Oficioso στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξυπηρετικός, άτυπος, ανεπίσημος, άτυπη, άτυπης, άτυπες