Λέξη: μεσαιωνικός
Σχετικές λέξεις: μεσαιωνικός
μεσαιωνικός πολιτισμός, μεσαιωνικός πύργος, μεσαιωνικόσ ελληνισμόσ, μεσαιωνικόσ σχολαστικισμόσ, μεσαιωνικός κόσμος, μεσαιωνικός ελληνικός πολιτισμός, μεσαιωνικός δυτικός πολιτισμός, μεσαιωνικός χάρτης
Μεταφράσεις: μεσαιωνικός
μεσαιωνικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
medieval, mediaeval, a medieval
μεσαιωνικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
medieval, medieval de, medievales, Edad Media
μεσαιωνικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mittelalterlich, mittelalterlichen, mittelalterliche, Mittelalter, Mittel
μεσαιωνικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
moyenâgeux, médiéval, médiévale, médiévales, Moyen Age, du Moyen Âge
μεσαιωνικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
medioevale, medievale, medievali, medievale di
μεσαιωνικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
medieval, medievais
μεσαιωνικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
middeleeuws, middeleeuwse, de middeleeuwse, het middeleeuwse, middeleeuwen
μεσαιωνικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
средневековый, средневековая, средневековой, средневекового, средневековые
μεσαιωνικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
middelaldersk, fra middelalderen, middelalder, middelalderske, middelalderen
μεσαιωνικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
medeltida, medeltids, medeltiden
μεσαιωνικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keskiaikainen, keskiajan, keskiaikaisen, keskiaikaisia, keskiaikaiset
μεσαιωνικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
middelalderlig, middelalderlige, middelalderby, middelalderen, middelalder
μεσαιωνικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
středověký, středověké, středověká, středověkých, středověkého
μεσαιωνικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
średniowieczny, średniowieczne, średniowiecznego, średniowiecznej, średniowieczna
μεσαιωνικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
sebesültszállítás, középkori, a középkori, középkorban, középkor
μεσαιωνικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ortaçağ, Medieval, Orta Çağ, bir ortaçağ, ortaçağdan kalma
μεσαιωνικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
судово-медичний, середньовічний, середньовічне
μεσαιωνικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
mesjetar, mesjetare, mesjetës, mesjetare e, mesjetar i
μεσαιωνικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
средновековен, средновековна, средновековната, средновековния, средновековното
μεσαιωνικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сярэднявечны, сярэдневяковы, сярэднявечнае
μεσαιωνικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
keskaja, keskaegne, keskaegse, keskaegsed, keskaegses
μεσαιωνικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
srednjovjekovnih, srednjovjekovni, srednjovjekovan, srednjovjekovna, srednjovjekovno, srednjevjekovni, srednjevjekovna
μεσαιωνικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
miðalda, miðöldum, Medieval, frá miðöldum, Miðaldasaga
μεσαιωνικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
viduramžių, Medieval, viduramžiai, viduramžiškas
μεσαιωνικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
viduslaiku, viduslaiki
μεσαιωνικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
средновековниот, средновековни, средновековен, средновековната, средновековна
μεσαιωνικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
medieval, medievală, medievale, medievala
μεσαιωνικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
srednjeveško, srednjeveški, medieval, srednjeveška, srednjeveške
μεσαιωνικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
stredoveký
Τυχαίες λέξεις