Particularmente στα ελληνικά

Μετάφραση: particularmente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδικά, ιδίως, ιδιαίτερα, ιδιαιτέρως, ειδικότερα, κυρίως
Particularmente στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • partición στα ελληνικά - διαίρεση, διχασμός, μεραρχία, διχοτόμηση, χώρισμα, διαμέρισμα, κατάτμηση, ...
  • particular στα ελληνικά - παράξενος, παράδοξος, ειδικότερα, ιδίως, ιδιαίτερα, συγκεκριμένα, ιδίως το
  • partida στα ελληνικά - πιστοποιητικό, αναχώρηση, αναχώρησης, την αναχώρηση, αναχώρησή, αποχώρηση
  • partidario στα ελληνικά - οπαδός, μαθητής, υποστηρικτής, παρτιζάνος, υποστηρικτή, υποστηρικτής της, οπαδών
Τυχαίες λέξεις
Particularmente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδικά, ιδίως, ιδιαίτερα, ιδιαιτέρως, ειδικότερα, κυρίως