Perpetuo στα ελληνικά

Μετάφραση: perpetuo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενδελεχής, παντοτινός, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας
Perpetuo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • perpetuar στα ελληνικά - διαιωνίζουν, διαιωνίσει, διαιωνίζει, διαιώνιση, διαιωνίσουν
  • perpetuidad στα ελληνικά - αιωνιότητα, διηνεκές, μακροχρόνιας διατήρησης, το διηνεκές, άπειρον
  • perplejidad στα ελληνικά - σαστίζω, αμηχανία, απορία, αμηχανίας, σύγχυση, η αμηχανία
  • perra στα ελληνικά - σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα
Τυχαίες λέξεις
Perpetuo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενδελεχής, παντοτινός, αέναος, διαρκής, αέναη, διαρκές, αόριστης διάρκειας