Pincel στα ελληνικά

Μετάφραση: pincel, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαφέας, πινέλο, σκούπα, βουρτσίζω, βούρτσα, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου
Pincel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atornillar στα ελληνικά - βίδα, βιδώνω, κοχλίας, κοχλία, βίδας, βιδωτό
  • hoz στα ελληνικά - δρεπάνι, δρεπανοκυτταρική, δρεπανοκυτταρικής, δρεπανιού, δρέπανο
  • modificación στα ελληνικά - μεταβολή, τροποποίηση, ρύθμιση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
  • paladear στα ελληνικά - γεύση, γούστο, γεύομαι, νοστιμιά, απολαύσετε, απολαύσουν, απολαμβάνουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Pincel στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαφέας, πινέλο, σκούπα, βουρτσίζω, βούρτσα, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου