Principiar στα ελληνικά

Μετάφραση: principiar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχή, ξεκινώ, αρχίζω, ξεκίνημα
Principiar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • condenar στα ελληνικά - πρόταση, καταδίκη, καταδικάζω, καταδικάζουμε, καταδικάζουν, καταδικάσουν, καταδικάσουμε
  • defectuoso στα ελληνικά - λάθος, ελλειπτικός, ελαττωματικός, εσφαλμένος, ελαττωματικό, ελαττωματικά, ελαττωματικών, ...
  • dobladillo στα ελληνικά - ούγια, ρέλι, κράσπεδο, στρίφωμα, ποδόγυρο, hem, στριφώματος
  • inflar στα ελληνικά - εξογκώνω, φουσκώνω, φουσκώνουν, διογκώσει, φουσκώνει, διογκώνουν, φουσκώσει
Τυχαίες λέξεις
Principiar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχή, ξεκινώ, αρχίζω, ξεκίνημα