Temporal στα ελληνικά
Μετάφραση: temporal, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοσμικός, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πρόσκαιρος, χρονική, χρονικής, διαχρονικά, χρονικών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajustado στα ελληνικά - μόλις, δίκαιος, σφιχτός, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό
- benéfico στα ελληνικά - φιλάνθρωπος, ευεργετικός, ευεργετική, επωφελής, ευεργετικές, ευεργετικά
- enagua στα ελληνικά - μεσοφόρι, μεσοφοριών, petticoat, μισοφόρι, μεσοφόρι που
- escoba στα ελληνικά - αφάνα, σκούπα, σκούπας, broom, σκούπες, σκουπών
Τυχαίες λέξεις
Temporal στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοσμικός, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πρόσκαιρος, χρονική, χρονικής, διαχρονικά, χρονικών
Μεταφράσεις: κοσμικός, χρονικός, προσωρινός, εγκόσμιος, πρόσκαιρος, χρονική, χρονικής, διαχρονικά, χρονικών