Testificar στα ελληνικά

Μετάφραση: testificar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστοποιώ, μαρτυρώ, μαρτυρούν, καταθέσει, καταθέσουν, καταθέτουν, πιστοποιούν
Testificar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aorta στα ελληνικά - αορτή, αορτής, της αορτής, την αορτή
  • educativo στα ελληνικά - εκπαιδευτικός, εκπαιδευτικά, εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικών, εκπαιδευτικές
  • pabellón στα ελληνικά - λάβαρο, σημαία, σκιάδα, μπαϊράκι, περίπτερο, Pavilion, περιπτέρου, ...
  • pasamano στα ελληνικά - κιγκλίδωμα, προστατευτικό κιγκλίδωμα, κάγκελο, κάγκελα, κιγκλιδωμάτων
Τυχαίες λέξεις
Testificar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστοποιώ, μαρτυρώ, μαρτυρούν, καταθέσει, καταθέσουν, καταθέτουν, πιστοποιούν