Λέξη: γερουσία

Σχετικές λέξεις: γερουσία

γερουσία της δυτικής χέρσου ελλάδος, ιταλική γερουσία, γερουσία στην ελλάδα, γερουσία 1844, μεσσηνιακή γερουσία, γερουσία γαλλία, γερουσία ηπα, ελληνική γερουσία, πελοποννησιακή γερουσία, γερουσία σπάρτη

Συνώνυμα: γερουσία

σύγκλητος

Μεταφράσεις: γερουσία

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
senate, the Senate, Congress, Senate in
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
senado, el senado, del Senado, senado de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
senat, Senat, Senats
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sénat, sénatorial, du Sénat, Se'nat
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
senato, Senate, del senato, al Senato
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
senado, o senado, senate, do Senado, senado de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
senaat, de Senaat, senaatsverkiezing van, de senaatsverkiezing van, Senate
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сенат, совет, Сената, Сенате, сенатом, в Сенате
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
senat, senatet, Senate, Kollegiet, Senats
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
senat, Senate, senaten, senatens, Senats
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
senaatti, senaatin, senate, senaatissa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
senat, senatet, Senatets, Senate, senats
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
senát, Senátu, senát PČR, senátní, Senate
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
senat, senatu, Senate, senatem, senacie
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szenátus, szenátusi, szenátusa, szenátusban, senatus
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
senato, senatosu, senatonun
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пораду, раду, порада, рада, сенат, сенату
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
senat, Senati, senatit, pleqtë, senatin
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сенат, Сената, на Сената, в Сената, Сенатът на
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сенат, сэнат
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
senat, riiginõukogu, Senati, senatis, Senate, senatisse
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
savjet, senat, Senata, starješinstvo, Senat je
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Senate, Háskólaráð, Öldungadeild, öldungadeildar, Öldungadeildin
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
senatus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
senatas, senato, senatui, senate
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
senāts, senāta, senātā, Senātam
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Сенатот, сенат, Сенатот на, Сенатот ја
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
senat, Senatului, senatul, senate, a Senatului
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
senát, senat, senata, senate, senatu, senat je
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
senát, komora, rada, senát sa, komisia
Τυχαίες λέξεις