Abuso στα ελληνικά
Μετάφραση: abuso, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταχρώμαι, λοιδορία, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις
- abusare στα ελληνικά - βρίζω, κατάχρηση, λοιδορία, καταχρώμαι, κακή χρήση, κατάχρησης, καταχρήσεως, ...
- abusivo στα ελληνικά - καταχρηστική, καταχρηστικές, καταχρηστικής, καταχρηστικών, καταχρηστικό
- acacia στα ελληνικά - ακακία, ακακίας, ακάκια, η ακακία, αραβικό κόμμι
- accademia στα ελληνικά - ακαδημία, Ακαδημίας, Academy, σχολή, της Ακαδημίας
Τυχαίες λέξεις
Abuso στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταχρώμαι, λοιδορία, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων
Μεταφράσεις: καταχρώμαι, λοιδορία, κατάχρηση, βρίζω, κατάχρησης, κακοποίησης, κακοποίηση, καταχρήσεων