Λέξη: εκλογικός

Σχετικές λέξεις: εκλογικός

εκλογικός νόμος, εκλογικός νόμος ευρωεκλογές, εκλογικός νόμος για δημοτικές εκλογές 2014, εκλογικός αντιπρόσωπος, εκλογικός νόμος 2014, εκλογικός νόμος ευρωεκλογές 2014, εκλογικός λογαριασμός, εκλογικός κατάλογος 2014, εκλογικός αριθμός, εκλογικός νόμος για ευρωεκλογές, ειδικός εκλογικός αριθμός

Συνώνυμα: εκλογικός

εκλεκτικός, αιρετός

Μεταφράσεις: εκλογικός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
electoral, election, an election, of voting
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
electoral, elección, elecciones, la elección, las elecciones
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wahl, Wahl, Wahlen
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
électoral, élection, élections, électorale, choix, l'élection
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
elezione, elezioni, elettorale, all'elezione, delle elezioni
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
eleição, eleições, eleitoral, da eleição, a eleição
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verkiezing, verkiezingen, verkiezing van, de verkiezing, de verkiezingen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
перевыборный, выборный, избирательный, предвыборный, выборы, выборов, избрание, избирательная, выборами
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
valget, valg
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
val, valet, vald, valen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
vaalit, vaalien, vaaleissa, vaaleja, valintaa
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
valg, valget, valgt
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
voličský, volební, volby, voleb, volba, zvolení
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyborczy, elektorski, wybór, elekcja, wybory, wyborów
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
választói, választási, választás, választások, választásokat, választásokon
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
seçim, seçimi, seçimleri, seçilmesi
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
вибірний, виборчий, вибори
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zgjedhje, zgjedhor, zgjedhore, zgjedhja, Zgjedhjet
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
избори, избирателен, избиране, избор, предизборната
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выбары, Жнівень
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
valijate, valimised, valimiste, valimisi, valimistel, valimise
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izbornoga, izborni, izbor, izbori, izborna, izborne
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kosningar, kosningum, kosningarnar, kosning, kosningu
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
rinkimai, rinkimų, rinkimus, išrinkimas, išrinkimą
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vēlēšanas, vēlēšanu, ievēlēšana, vēlēšanām, ievēlēšanu
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
избори, изборите, изборните, изборната, изборот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
alegere, alegerilor, alegeri, electorale, electoral
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
volitve, izvolitev, volitev, volilni, volilne
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
volební, voľby, výberu, možnosti, volieb, výber

Στατιστικά δημοτικότητας: εκλογικός

Τυχαίες λέξεις