Accordo στα ελληνικά
Μετάφραση: accordo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διευθέτηση, συμφωνία, οικισμός, ετοιμασία, τακτοποίηση, συναυλία, συγκατάθεση, παζαρεύω, συγχορδία, διακανονισμός, άδεια, σύμβαση, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accorciare στα ελληνικά - συντομεύω, κονταίνω, μικραίνω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, ...
- accordare στα ελληνικά - συγκατάθεση, συμφωνία, συντονίζω, επιτρέπω, αφήνω, χορήγηση, παραχώρηση, ...
- accorgimento στα ελληνικά - αγχίνοια, εξυπνάδα, πονηριά, πανουργία, εξυπνάδα που έχετε, την πονηριά
- accortezza στα ελληνικά - ευκολία, καπατσοσύνη, ευχέρεια, εξυπνάδα, πονηριά, πανουργία, εξυπνάδα που έχετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Accordo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διευθέτηση, συμφωνία, οικισμός, ετοιμασία, τακτοποίηση, συναυλία, συγκατάθεση, παζαρεύω, συγχορδία, διακανονισμός, άδεια, σύμβαση, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για
Μεταφράσεις: διευθέτηση, συμφωνία, οικισμός, ετοιμασία, τακτοποίηση, συναυλία, συγκατάθεση, παζαρεύω, συγχορδία, διακανονισμός, άδεια, σύμβαση, συμφωνίας, Συμφωνώ, συμφωνίας για