Affaticare στα ελληνικά

Μετάφραση: affaticare, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουράζω, εξαντλημένος, εξαντλώ, κουρασμένος, κούραση, κόπωση, κόπωσης, την κούραση, κούρασης
Affaticare στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affare στα ελληνικά - πράγμα, νοιάζομαι, δουλειά, ενδιαφέρον, δουλειές, προβληματισμός, ανησυχία, ...
  • affascinare στα ελληνικά - τραβώ, έλκω, γοητεύω, σαγηνεύω, προσελκύω, επισύρω, συναρπάζουν, ...
  • affatto στα ελληνικά - αρκετά, εντελώς, καθόλου, και καθόλου, δεν είναι καθόλου, δεν ήταν καθόλου, διόλου
  • affatturare στα ελληνικά - σαγηνεύω, μαγεμένος, μαγεμένοι, μαγεμένη, μάγεψε, μαγεμένο
Τυχαίες λέξεις
Affaticare στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουράζω, εξαντλημένος, εξαντλώ, κουρασμένος, κούραση, κόπωση, κόπωσης, την κούραση, κούρασης