Ammissibile στα ελληνικά

Μετάφραση: ammissibile, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτρεπτός, αποδεκτός, δεκτός, Επιτρέπεται, επιτρεπτή, επιτρεπόμενη, επιτρεπόμενο, επιτρεπτό
Ammissibile στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ammiratore στα ελληνικά - θαυμαστής, θαυμαστή, λάτρης, θαυμάστρια, θαυμαστής του
  • ammirazione στα ελληνικά - θαυμασμός, θαυμασμό, το θαυμασμό, τον θαυμασμό, θαυμασμού
  • ammissione στα ελληνικά - έγκριση, παραδοχή, ομολογία, είσοδος, εισδοχή, αποδοχή, εισαγωγή
  • ammollire στα ελληνικά - μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Τυχαίες λέξεις
Ammissibile στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτρεπτός, αποδεκτός, δεκτός, Επιτρέπεται, επιτρεπτή, επιτρεπόμενη, επιτρεπόμενο, επιτρεπτό