Annientamento στα ελληνικά
Μετάφραση: annientamento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταστροφή, εκμηδένιση, εξόντωση, αφανισμό, αφανισμού, εκμηδένισης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anni στα ελληνικά - εποχή, ηλικία, χρονών, ετών, έτους, χρόνων
- annichilire στα ελληνικά - εκμηδενίζω, καταστρέφω, εξολεθρεύει
- annientare στα ελληνικά - καταστρέφω, εκμηδενίζω, εξολεθρεύει
- anniversario στα ελληνικά - επέτειος, επέτειο, επετείου, χρόνια, επέτειό
Τυχαίες λέξεις
Annientamento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταστροφή, εκμηδένιση, εξόντωση, αφανισμό, αφανισμού, εκμηδένισης
Μεταφράσεις: καταστροφή, εκμηδένιση, εξόντωση, αφανισμό, αφανισμού, εκμηδένισης