Arrendevole στα ελληνικά

Μετάφραση: arrendevole, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευλύγιστος, εύκαμπτος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο
Arrendevole στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arrampicarsi στα ελληνικά - διαταράσσω, σκαρφαλώνω, ορειβασία, ανεβαίνω, αναρρίχηση, ανόδου, ανάβαση, ...
  • arredamento στα ελληνικά - έπιπλα, επίπλωση, επίπλωσης, εξοπλισμός της ιδιοκτησίας
  • arrendevolezza στα ελληνικά - ευκαμψία, ευλυγισία, ευκατέργαστο, docility, υπάκουει, ευπείθεια, πραότητά
  • arrestare στα ελληνικά - φραγμός, συλλαμβάνω, σταματώ, στηρίγματα, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Arrendevole στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευλύγιστος, εύκαμπτος, εύπλαστος, εύκαμπτο, εύκαμπτη, εύπλαστο