Assalto στα ελληνικά

Μετάφραση: assalto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδρομή, επίθεση, επιτίθεμαι, βιαιοπραγία, αρχή, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, κακοποίηση
Assalto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assalire στα ελληνικά - βιαιοπραγία, επιτίθεμαι, επιδρομή, επίθεση, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, ...
  • assaltare στα ελληνικά - επιτίθεμαι, βιαιοπραγία, επίθεση, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, κακοποίηση
  • assaporare στα ελληνικά - γεύση, γεύομαι, νοστιμιά, απολαύσετε, απολαύσουν, απολαμβάνουν, απολαύσει
  • assassinare στα ελληνικά - σκοτώνω, δολοφονώ, φόνος, δολοφονία, φόνο, δολοφονίας, τη δολοφονία, ...
Τυχαίες λέξεις
Assalto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδρομή, επίθεση, επιτίθεμαι, βιαιοπραγία, αρχή, προσβολή, επίθεσης, επιθέσεων, κακοποίηση