Attraverso στα ελληνικά

Μετάφραση: attraverso, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαμέσου, δια, απέναντι, μέσω, μέσω της, μέσω του, με, μέσα
Attraverso στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • attrattiva στα ελληνικά - γοητεύω, θέαμα, θέλγω, τραβώ, έφεση, έλξη, μαγεύω, ...
  • attraversare στα ελληνικά - διασχίζω, γέμισμα, σταυρός, διασχίζουν, διασχίσουν, διασχίσει, περάσουν
  • attrazione στα ελληνικά - εκμαυλισμός, έλξη, θέαμα, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
  • attrezzare στα ελληνικά - εξοπλίσει, εξοπλισμό, εξοπλίσουν, τον εξοπλισμό, εξοπλίζουν
Τυχαίες λέξεις
Attraverso στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαμέσου, δια, απέναντι, μέσω, μέσω της, μέσω του, με, μέσα