Carpentiere στα ελληνικά

Μετάφραση: carpentiere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαραγκός, ξυλουργός, Carpenter, ξυλουργού, ξυλουργό
Carpentiere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • carota στα ελληνικά - καρότο, καρότου, καρότα, καρότων, το καρότο
  • carovana στα ελληνικά - τροχόσπιτο, τροχόσπιτου, καραβάνι, τροχόσπιτα, τροχόσπιτων
  • carpire στα ελληνικά - κατάσχω, καταλαμβάνω, αρπάζω, αρπαγή, άρπαγμα, αρπάξει, αρασέ
  • carreggiata στα ελληνικά - ίχνη, μονοπάτι, πίστα, οδοστρώματος, οδόστρωμα, οδού, κατεύθυνσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Carpentiere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαραγκός, ξυλουργός, Carpenter, ξυλουργού, ξυλουργό