Compatto στα ελληνικά
Μετάφραση: compatto, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεράστιος, δυνατός, συμπυκνωμένος, εδραίος, σταθερός, στερεός, εταιρία, αξιόλογος, συμπαγής, ογκώδης, ουσιαστικός, συμπαγή, συμπαγές, compact, συμπαγείς
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- compatriota στα ελληνικά - συμπατριώτης, συμπατριώτη, τον συμπατριώτη, ο συμπατριώτης, συμπατριώτη του
- compattezza στα ελληνικά - συμπαγές, συμπαγούς, πυκνότητα, το συμπαγές, συμπαγής
- compendiare στα ελληνικά - συντομεύω, συνοψίζω, αποτελούν την επιτομή, επιτομή, αποτελούν την επιτομή της, την επιτομή
- compendio στα ελληνικά - σκιαγράφηση, θεωρητικός, περίληψη, διατυπώνω, χωνεύω, σύντομος, επιτομή, ...
Τυχαίες λέξεις
Compatto στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεράστιος, δυνατός, συμπυκνωμένος, εδραίος, σταθερός, στερεός, εταιρία, αξιόλογος, συμπαγής, ογκώδης, ουσιαστικός, συμπαγή, συμπαγές, compact, συμπαγείς
Μεταφράσεις: τεράστιος, δυνατός, συμπυκνωμένος, εδραίος, σταθερός, στερεός, εταιρία, αξιόλογος, συμπαγής, ογκώδης, ουσιαστικός, συμπαγή, συμπαγές, compact, συμπαγείς