Συμπυκνωμένος στα ιταλικά

Μετάφραση: συμπυκνωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
compatto, denso, fitto, pressare, sodo, concentrato, concentrati, concentrata, concentrate, concentrazione
Συμπυκνωμένος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπυκνωμένος

συμπυκνωμένος τύπος ορού γάλακτος με πρωτεΐνη, συμπυκνωμένος χυμός, συμπυκνωμένος χυμός φράουλα, συμπυκνωμένος ορός γάλακτος, συμπυκνωμένος χυμός λεμονιού, συμπυκνωμένος λεξικό γλώσσας ιταλικά, συμπυκνωμένος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συμπλοκή στα ιταλικά - mischia, rissa, tafferuglio, zuffa, baruffa, colluttazione, scuffle
  • συμπτύσσω στα ιταλικά - cannocchiale, telescopio, infilare, tuck, riponetelo, doppia dovuta al tergitamburo, rimboccare
  • συμπυκνώνω στα ιταλικά - concentrare, condensare, ridursi, riducono, si riducono, bollire fino
  • συμπόνια στα ιταλικά - compassione, la compassione, pietà, di compassione, misericordia
Τυχαίες λέξεις
Συμπυκνωμένος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: compatto, denso, fitto, pressare, sodo, concentrato, concentrati, concentrata, concentrate, concentrazione