Cono στα ελληνικά

Μετάφραση: cono, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κώνος, κώνου, κώνο, του κώνου, κωνικό
Cono στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • connessione στα ελληνικά - σύνδεση, σύνδεσης, σχέση, πλαίσιο, σχετικά
  • connettere στα ελληνικά - ενώνω, ενοποιώ, συνδέω, συνενώνω, κατατάσσομαι, συνδεθείτε, συνδέστε, ...
  • conoscente στα ελληνικά - γνωριμία, γνωστό, γνωριμίας, εξοικείωση, γνωστή
  • conoscenza στα ελληνικά - γνωριμία, γνώσεις, γνώση, γνώσης, γνώσεων, της γνώσης
Τυχαίες λέξεις
Cono στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κώνος, κώνου, κώνο, του κώνου, κωνικό