Λέξη: διαβατός
Σχετικές λέξεις: διαβατός
διαβατός ημαθίας
Συνώνυμα: διαβατός
μέτριος, υποφερτός, εκτελεστός, κατορθωτός, εφαρμόσιμος, δυνατός
Μεταφράσεις: διαβατός
διαβατός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
passable, fordable, practicable, diabatos
διαβατός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vadeable, fordable, vadear
διαβατός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
befahrbar, annehmbar, passierbar, waten, fordable, bezahlbare, durchwaten, zu durchwaten
διαβατός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
passable, praticable, carrossable, suffisant, guéable, guéables, gué, franchissable, à gué
διαβατός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
passabile, guadabile, fordable, guadabili
διαβατός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
fordable, vadeável
διαβατός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doorwaadbaar, doorwaadbare, fordable, waadbaar
διαβατός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
проходимый, удовлетворительный, сносный, проходной, судоходный, проезжий, вброд
διαβατός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
farbar, fordable
διαβατός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fordable, vadställe
διαβατός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
aukinainen, ajettava, kulkukelpoinen, auki, keskinkertainen, käypä, fordable
διαβατός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fordable
διαβατός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dostatečný, obstojný, ucházející, sjízdný, přebroditelný
διαβατός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
znośny, przejezdny, przechodni, prawdziwy, dostateczny, fordable
διαβατός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
járható, gázolható, átgázolható
διαβατός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sığ, yürüyerek geçilebilir
διαβατός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
задовільний, судноплавний, стерпний, проїзний, убрід, вбрід, брід, бродом, в брід
διαβατός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i kalueshëm në va, kalueshëm në va
διαβατός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
fordable
διαβατός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўброд, уброд, вброд, бродам, наўплаў
διαβατός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vastuvõetav, läbitav, fordable
διαβατός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
podnošljiv, prihvatljiv, fordable
διαβατός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fordable
διαβατός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Pārbrienams
διαβατός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pārbrienams
διαβατός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
fordable
διαβατός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
care poate fi trecut cu piciorul
διαβατός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mogoče zložiti, mogoče zložiti tako
διαβατός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
přebroditelný
Τυχαίες λέξεις