Contante στα ελληνικά

Μετάφραση: contante, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαργυρώνω, χρήματα, μετρητά, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών
Contante στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • contagio στα ελληνικά - λοίμωξη, μόλυνση, μετάδοση, μετάδοσης, μόλυνσης, εξάπλωσης
  • contaminazione στα ελληνικά - μόλυνση, μίασμα, μόλυνσης, ρύπανση, η μόλυνση, τη μόλυνση
  • contare στα ελληνικά - υπολογίζω, αρίθμηση, μετράνε, μετρούν, μετρήσει
  • contatore στα ελληνικά - μέτρο, μετρητής, μετρητή, αντίθεση, αντίθετη, απαριθμητή
Τυχαίες λέξεις
Contante στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαργυρώνω, χρήματα, μετρητά, μετρητών, ροών, σε μετρητά, ταμειακών